26 Οκτ 2009

Stager: “Δώστε πίσω τις αλυσίδες μου”...

Στα διάφορα σκλαβοπάζαρα της εξουσίας μας αγόρασαν ως δούλους κοψοχρονιά.
Στρατιές πεινασμένων εξαθλιωμένων δουλών είχαμε στηθεί στην γραμμή κρατώντας έναν αριθμό μητρώου που και σακούλι με κουκιά.

Ήταν σαφές στους έμπορους με τα όμορφα σαρίκια, ότι όσα περισσότερα κουκιά είχε ο δούλος στο σακούλι του τόσο μεγαλύτερη η αξία του.

Η μάνα ήξερε που μου έβαλε μια τσάντα με κουκιά στο χέρι με το ζόρι.

-Δεν τα πιστεύω αυτά ρε μάνα δεν τα θέλω είπα για να μου απαντήσει με ένα χαστούκι ξεγυρισμένο γεμάτο νοήματα.

-Θα το κρατάς γερά τα ακούς; και θα το δείχνεις! Χρόνια δουλεύει ο πατέρας για αυτό.

Αγοραστήκαν αυτοί που είχαν τα περισσότερα κουκιά. Μαζί και...εγώ. Νέος 24ετων με μπράτσα και όρεξη για δουλειά. Χαμογέλασα σίγουρος ότι αυτό ήταν ο προορισμός μου. Για αυτό εκπαιδευόμουν τόσα χρόνια. Ήμουν νομίζω ευτυχής.

Φεύγοντας από εκεί με την γαλέρα μπόρεσα να δω στις πίσω γραμμές που έμπαιναν και άλλοι σε σειρά καθώς τελείωναν την βασική εκπαίδευση του δούλου. Υπήρχαν βεβαίως και κάτι καλόπαιδα που συνέχιζαν την εκπαίδευση με στόχο να γίνουν δουλέμποροι. Αλλά όμως αυτά δεν ήταν για εμάς. Ίσως για τα παιδιά μας έκανα ένα όνειρο κρυφό και το έδιωξα αμέσως. Μετά έσκυψα το κεφάλι, πέταξα τα κουκιά στην θάλλασσα θυμήθηκα την μάνα μου, έπιασα δουλειά και δεν ξαναείδα το φως από τότε.

Οι δούλοι ήταν καλό εργαλείο. Αγοραστήκαν για να κάνουν σκληρές δουλειές με λίγα χρήματα. Ένα κομμάτι ψωμί και λίγα σάπια φρούτα. Χωρίς φάρμακα και χωρίς τύχη. Δούλευαν στα ύφαλα στις γαλέρες, στα υπόγεια, στα παλάτια, στα θεάματα στον ιππόδρομο, στις υπηρεσίες και στο κράτος.

Πέρασε καιρός, πολλά Χριστούγεννα από τότε.

Σας ψίθυρος ακούστηκε μια μέρα ότι επίκειται “απελευθέρωση και χάρη”. Κάποιοι χαρήκαν. Οι ποιο σοφοί από εμάς αναρωτήθηκαν προς τι η ελευθέρωση και η χάρη. Κάποιοι άλλοι ήξεραν μα δεν μιλούσαν. Γεμάτος ανησυχία έσκυψα το κεφάλι στην δουλειά και έκανα το σταυρό μου για όσα είχα μέχρι τότε κερδίσει.

Ήξερα όμως ότι δεν ήθελα χάρη. Εγώ για δούλος εκπαιδεύτηκα και που να τρέχεις τώρα. Σκεφτόμουν ότι θα πρέπει να ξανάπαω στα σκλαβοπάζαρα να προσαρμοστώ στα νέα ζητούμενα των αγοραστών και να περιμένω στην Γραμμή. Που να τρέχεις τώρα.

Πέταξα και τα κουκιά που δεν ήθελα να πίστευω πως έχουν αξία.

Τελικά το κακό έγινε.

Άλλαξε η ηγεσία της παρωχημένης από καιρό πολιτείας μας και ο νέος καίσαρας διέταξε την απελευθέρωση των δούλων. Κάτι σαν Σπάρτακος ακουστήκαν τα λόγια του σε κάποιους, καθώς αυτά περιπλανήθηκαν ανάμεσα στην απελευθέρωση των δούλων και στην κατάργηση των σκλαβοπάζαρων που ήταν παράνομα. Παράνομη λέει ήταν και η δουλεία.

Παραλογισμός; σκέφτηκα! Από πότε είναι παράνομη η δουλεία; Ο πατέρας μου και η μάνα ήταν δούλοι το ίδιο και ο δάσκαλος που με μάθαινε τόσα χρόνια.

Παράνομη ξεπαράνομη η δουλεία, ερωτήσεις μάταιες… το αποτέλεσμα ήταν το ίδιο.

Οι γαλέρες άραξαν σε κάποιο ξερονήσι όπου μας πέταξαν έξω όλους. Αποκλήρους.

Χωρίς φωνή. Χωρίς τίποτα. Σαν αποπαίδια που γεννήθηκαν απο Σπαρτιάτισσες και δουλους.

Η κοινωνία αναθάρρησε καθώς η δουλεία καταργήθηκε. Οι ποιο ανόητοι μίλησαν για κάποια «γαλαζόπαιδα». Μια εκδικιτική διάθεση φανηκε στα μάτια τους. Μα εμείς αδελφέ δεν είμαστε πολίτες ποτέ δεν είμασταν πολίτες, είμαστε δούλοι.

Τα γεγονότα ηταν καταιγιστικά.

Οι Δούλοι που περίμεναν στο παζάρι να ανοίξουν θέσεις αναθάρρησαν . .Οι δουλέμποροι αναθάρρησαν και αυτοί καθώς θα άρχιζε πάλι η δουλειά. Οι γονείς των μικρών εκπαιδευόμενων δούλων αναθάρρησαν καθώς νέες ελπίδες φαίνονταν για τα βλαστάρια τους. Οι νομικοί και οι δικηγόροι τις πολιτείας μυριστήκαν δουλειές και μας πλησίασαν. Οι Γερουσιαστές κατήγγειλαν την αναλγησία του νέου καίσαρα που… απελευθέρωσε τους δούλους.

Κάποιοι είπαν να βγούμε και να τα σπάσουμε. Να φύγουμε να πάμε κάπου.. Να πιάσουμε μια πλατεία στην πόλη μας και με κατάληψη και σκηνές και να ζήσουμε κει για πάντα.

Εγώ θα συμμετέχω, μαζί με χιλιάδες άλλους. Θα συμμετέχω γιατί θέλω πίσω τις αλυσίδες μου. Δεν θέλω μόρια δεν θέλω ειδική μεταχείριση. Απλά ένα ζευγάρι αλυσίδες μου είναι αρκετό.

Το θέμα λέει είναι πολιτικό. Οχι θα πω ότι ειναι κοινωνικό. Είμαστε αποπαίδια.

Το βράδυ θα πάω στην εκκλησία θα ευχαριστήσω το θεό που με έχει καλά και θα ικετεύσω. Δώστε πίσω τις αλυσίδες μου ή κάντε τες σκοινί γύρω απο το λαιμό μου.

Δεν με νοιάζει. Θέλω από κάπου να πιαστώ να ζήσω.


Πηγή: Press-gr