19 Μαρ 2017

Οι στόχοι, οι συγκλίσεις και τα «αγκάθια» ενόψει του Eurogroup της Δευτέρας

Σε αναζήτηση αμοιβαίου συμβιβασμού βρίσκονται κυβέρνηση και δανειστές, προκειμένου να κλείσει η δεύτερη αξιολόγηση το συντομότερο δυνατό. Η τηλεδιάσκεψη του οικονομικού επιτελείου με τους θεσμούς το απόγευμα της Παρασκευής επιβεβαίωσε μεν ...
τα ζητήματα στα οποία υπάρχει συμφωνία επί της αρχής, αλλά άφησε ανοικτές αρκετές εκκρεμότητες. 
Μετά το τέλος της τηλεδιάσκεψης κυβερνητικός αξιωματούχος συνομιλώντας με δημοσιογράφους, είπε, μεταξύ άλλων:
Στην τηλεδιάσκεψη με τους επικεφαλής των θεσμών έκλεισαν αρκετά ζητήματα. Έχουν μείνει μόνο ορισμένα, τα οποία γνωρίζαμε ότι δεν θα κλείσουν σε αυτό το επίπεδο (π.χ. εργασιακά). Οι θέσεις είναι πλέον γνωστές. Κανείς δεν εκπλήσσει κανέναν. Χρειάζεται πολιτική συζήτηση. Θα δούμε πώς θα γίνει αυτό στο Eurogroup. Μας ικανοποιεί το γεγονός πως έχουν κλείσει πολλά θέματα, όπως για παράδειγμα το Ταμείο, οι ιδιωτικοποιήσεις ή ο εξωδικαστικός συμβιβασμός.
Επιδίωξη της Αθήνας είναι να καταγραφεί σημαντική πρόοδος στο Eurogroup της Δευτέρας, ώστε να επιστρέψουν εκ νέου οι θεσμοί για τη συνέχιση των διαπραγματεύσεων.
Συγκεκριμένα, οι δύο πλευρές έχουν συγκλίνει στον μηχανισμό εξωδικαστικού συμβιβασμού, στα δημοσιονομικά μεγέθη του 2018 και στον προγραμματισμό του νέου Ταμείου αποκρατικοποιήσεων.
Όπως αναφέρεται στο σχετικό ρεπορτάζ του ert.gr, ανοικτά παραμένουν τα εργασιακά, με βασικά αγκάθια τις ομαδικές απολύσεις και τις συλλογικές διαπραγματεύσεις, το αφορολόγητο, τα αντίμετρα, η προσωπική διαφορά στις συντάξεις και τα ενεργειακά με τους δανειστές να πιέζουν για πώληση μονάδων της ΔΕΗ. Τα τρία ζητήματα που έχουν μείνει ανοικτά είναι για πολιτική διαπραγμάτευση.
Με αυτά τα δεδομένα, στο Eurogroup της Δευτέρας είναι εξαιρετικά δύσκολο να κλείσει η τεχνική συμφωνία, αν και ο Ευκλείδης Τσακαλώτος ενδέχεται να συναντηθεί με τους θεσμούς πριν από τη συνεδρίαση σε μία ύστατη προσπάθεια να γεφυρωθεί το χάσμα.
Η ελληνική πλευρά, πάντως, εκτιμά ότι θα καταγραφούν τα τελευταία βήματα προόδου και θα δοθεί το πράσινο φως για την επιστροφή των τεχνικών κλιμακίων στην Αθήνα, ώστε να συνεχιστούν οι διαπραγματεύσεις και να υπάρξει τεχνική συμφωνία στις 7 Απριλίου στο Eurogroup της Μάλτας.
Ο υπουργός Επικρατείας και κυβερνητικός εκπρόσωπος, Δημήτρης Τζανακόπουλος, σε συνέντευξή του στην εφημερίδα «Ημερησία» και τον δημοσιογράφο, Ηλία Μπενέκο, ερωτώμενος για το τι προσδοκά η κυβέρνηση από το Eurogroup της Δευτέρας ανέφερε:
Επιδίωξή μας είναι να γεφυρωθούν όσες διαφορές απομένουν στα ζητήματα της τεχνικής συμφωνίας και του δημοσιονομικού για το 2019 ώστε στο EG της Δευτέρας να αναγνωριστεί η πρόοδος που έχει συντελεστεί. Αυτή είναι και η προϋπόθεση ώστε αμέσως μετά να ανοίξει και η συζήτηση για τον προσδιορισμό των στόχων για πρωτογενή πλεονάσματα αλλά και για τη συγκεκριμενοποίηση των μέτρων για το χρέος για την περίοδο από το 2019 και μετά. Ο στόχος της ελληνικής κυβέρνησης είναι ακριβώς αυτή η συνολική συμφωνία να επιτευχθεί εντός Απριλίου ώστε στη συνέχεια να ανοίξει ο δρόμος για την ένταξη στην ποσοτική χαλάρωση. Νομίζω ότι είναι εύλογο να περιμένουμε σύντομα θετικές εξελίξεις.

Η «μάχη» για τα αντίμετρα

Ρεπορτάζ:    - ΑΥΓΗ
Με εκκρεμότητες σε πολιτικά ζητήματα αλλά και σύγκλιση σε άλλα ανοιχτά θέματα των προηγούμενων ημερών συναντώνται αύριο οι υπουργοί Οικονομικών της Ευρωζώνης προκειμένου να τεθεί στο τραπέζι η αξιολόγηση του ελληνικού προγράμματος. Η τηλεδιάσκεψη σε κορυφαίο επίπεδο μεταξύ κυβέρνησης και θεσμών την περασμένη Παρασκευή δεν έβγαλε “λευκό καπνό”, ωστόσο οι συζητήσεις σε τεχνικό επίπεδο έχουν παράξει κάποια αποτελέσματα, με τον στόχο της ελληνικής πλευράς να παραμένει η ολοκλήρωση της συμφωνίας στο Eurogroup της 7ης Απριλίου, με την προσθήκη των μεσοπρόθεσμων μέτρων ελάφρυνσης του χρέους αλλά και τη θέσπιση των στόχων για τα πλεονάσματα των επόμενων ετών. Ωστόσο, ανώτατο κυβερνητικό στέλεχος, μιλώντας στην “Αυγή”, ανέφερε ότι για να γίνει κάτι τέτοιο, “θα πρέπει το ΔΝΤ να διαπραγματευτεί σοβαρά”, εξηγώντας ότι μέχρι τώρα δεν έχει αλλάξει κάποια από τις καίριες θέσεις του, κυρίως σε ό,τι αφορά τα εργασιακά και το ασφαλιστικό. Εντούτοις, το ίδιο στέλεχος εκτίμησε ότι το ΔΝΤ θα συμμετάσχει στο ελληνικό πρόγραμμα.

Η διαπραγμάτευση του 2%

Πολύς λόγος έχει γίνει σχετικά με το μείγμα και το ύψος μέτρων και αντίμετρων. Πηγές της ελληνικής κυβέρνησης ανέφεραν στην «Α» ότι υπάρχει πιθανότητα το συνολικό πακέτο εκάστου να «πέσει» από το 2% που ζητά το ΔΝΤ, στο 1,8% του ΑΕΠ, εξηγώντας ότι «αυτό το 0,2% θα δώσει ανάσα στο σκέλος των περικοπών στις συντάξεις». Ακόμη, κυβερνητικό στέλεχος ήταν ξεκάθαρο ως προς το ότι τα αντίμετρα θα εφαρμοστούν εφόσον πιάνονται οι στόχοι πλεονάσματος για το 2019. Σύμφωνα με το ίδιο στέλεχος ο μηχανισμός που καταρτίζουν από κοινού κυβέρνηση και θεσμοί θα προβλέψει το καλοκαίρι του 2018 το πού θα κινηθεί το πρωτογενές πλεόνασμα του 2019. Εφόσον ο στόχος είναι 3,5% επί παραδείγματι, και φαίνεται πιθανό να πιαστεί, τότε εφαρμόζονται όλα μαζί.

Πακέτο 400 εκατ. για εύρεση εργασίας

Από εκεί και πέρα, βρίσκεται σε εξέλιξη μια «μάχη» για το ποια αντίμετρα θα επικρατήσουν, με το ΔΝΤ να επιθυμεί να έχει τον τελικό λόγο. Σύμφωνα με πληροφορίες, έχει συμφωνηθεί να υπάρξει ένα πακέτο γύρω στα 400 εκατ. ευρώ, το οποίο θα αφορά ενεργητικές πολιτικές απασχόλησης. Με απλά λόγια, τα παραπάνω χρήματα θα κατευθυνθούν στην αγορά εργασίας προκειμένου να ανοίξουν νέες θέσεις.

Έργα ανάπτυξης 350 εκατ.

Την ίδια ώρα, φαίνεται πως έχει συμφωνηθεί και ένα πακέτο 350 εκατ. ευρώ που αφορά αναπτυξιακά αντίμετρα. Πρόκειται για κεφάλαια, θα αφορούν αγρότες, εξοικονόμηση ενέργειας σε ελληνικές επιχειρήσεις, στήριξη στοχευμένων περιφερειακών υποδομών, όπως διάνοιξη δρόμων στην περιφέρεια και ύδρευση, αλλά και περαιτέρω ενίσχυση του αναπτυξιακού νόμου.

Ελάφρυνση για μικρομεσαίους από συρρίκνωση της εισφοράς αλληλεγγύης

Από τη φορολογική σκοπιά, οι πληροφορίες αναφέρουν ότι δεν πρόκειται να υπάρξει μείωση του ΦΠΑ ή αλλαγή του συντελεστή στην ενέργεια ή στα τρόφιμα. Την ίδια ώρα, γίνεται «παζάρι» για αλλαγές στους φορολογικούς συντελεστές του φόρου εισοδήματος, με ταυτόχρονη μείωση της εισφοράς αλληλεγγύης, «με στόχο να υπάρξει ελάφρυνση στα μικρότερα και μεσαία εισοδήματα αλλά και στους αυτοαπασχολούμενους», όπως ανέφερε στην «Α» αρμόδιος κυβερνητικός παράγοντας. Ως εκ τούτου, αναμένεται μείωση του κατώτατου συντελεστή στην κλίμακα φορολογίας, που βρίσκεται αυτή τη στιγμή στο 22%, ενώ δεν αποκλείεται να υπάρξουν αλλαγές και στους υπόλοιπους (29%, 37% και 45%). Αναφορικά με την εισφορά αλληλεγγύης, οι συντελεστές ξεκινούν από 2,2% για πάνω από 12.000 ευρώ εισόδημα μέχρι 10% για εισόδημα πάνω από 220.000 ευρώ και αναμένεται να υποστούν μείωση στο πεδίο που άπτονται μικρότερων και μεσαίων εισοδημάτων.

ΕΝΦΙΑ

Ακόμη, εκκρεμότητες υπάρχουν στη μείωση του ΕΝΦΙΑ, με την κυβέρνηση να κάνει πρόταση για μείωση της τάξης του 30% και το ΔΝΤ να είναι τελείως αρνητικό. Από την πλευρά της, η Κομισιόν φέρεται να έχει κάνει μια πρόταση για μείωση της τάξης του 10%. Όμως, το αρμόδιο κυβερνητικό στέλεχος ανέφερε ότι «Απομένει μόνο ένα μικρό ζήτημα: Το πόσο θα είναι ο ΕΝΦΙΑ στο συνολικό πακέτο. Κανένας, όμως, δεν θεωρεί πως αυτό είναι ένα ζήτημα το οποίο θα ‘κολλήσει’ τη διαπραγμάτευση».

Μείωση συμμετοχής στα φάρμακα

Στο πλαίσιο των αντισταθμιστικών, δημιουργείται πρόγραμμα με ετήσιο προϋπολογισμό 500 εκατ. ευρώ, το οποίο θα εφαρμοστεί από τον Σεπτέμβριο του 2018 σε δημόσιους και δημοτικούς βρεφονηπιακούς σταθμούς, και θα περιλαμβάνει τη δωρεάν συμμετοχή χιλιάδων παιδιών. Ακόμη, προκρίνεται η μείωση της συμμετοχής στα φάρμακα από τους συνταξιούχους και μια μικρή μείωση των εισφορών του ΕΦΚΑ.

Προβλήματα σε εργασιακά και ασφαλιστικό

Μεγάλες αποστάσεις διατηρούνται στο ασφαλιστικό, όπου οι δανειστές επιμένουν σε εφάπαξ εξοικονόμηση 1,8 δισ. ευρώ από τις συντάξεις το 2020 και η κυβέρνηση επιδιώκει σταδιακή εφαρμογή των περικοπών, κάνοντας λόγο για πενταετία (2020-2024). Στα εργασιακά, το ΔΝΤ δεν δέχεται επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων, επιμένοντας παράλληλα σε αύξηση του ορίου ομαδικών απολύσεων από το 5% στο 10%, θέσπιση της ανταπεργίας των εργοδοτών και αλλαγές στον συνδικαλιστικό νόμο, με την κυβέρνηση να είναι αντίθετη σε όλα τα ζητήματα. Πάντως, κυβερνητικά στελέχη ανέμεναν αλλαγή στάσης του Ταμείου στο Eurogoup της Δευτέρας.

Το "αγκάθι" της ενέργειας

Ένα «αγκάθι» υπάρχει και στην ενέργεια. Σύμφωνα με κυβερνητικό στέλεχος, «Η όποια καθυστέρηση σε αυτό το θέμα οφείλεται κυρίως στην απόφαση του ευρωπαϊκού δικαστηρίου, την οποία θέλουμε να μελετήσουμε και να συζητήσουμε, καθώς αφορά στις σχέσεις Ελλάδας και Ε.Ε. Είναι θέμα το οποίο θα συζητούσαμε ούτως ή άλλως ακόμη και εάν δεν ήμασταν σε Μνημόνιο». Την ίδια ώρα, αξιωματούχος του υπουργείου Ενέργειας είπε ότι οι δανειστές ζητούν πώληση μονάδων της ΔΕΗ. Η κυβέρνηση φέρεται να επιδιώκει περισσότερο χρόνο, με χαρακτηριστική την αποστροφή του συγκεκριμένου στελέχους ότι «εφαρμόζεται μια πολιτική με στόχο να τα δούμε όλα έως το τέλος του έτους». Το ίδιο στέλεχος πρόσθεσε ότι «επιχειρούμε να βρούμε ένα πλαίσιο συμφωνίας στο MoU, δυο - τρεις παραγράφους, έως τη Δευτέρα».

Συμβατά με την Αριστερά τα αντίμετρα

Προβληματισμός υπάρχει στην κυβέρνηση για το γεγονός ότι τα ΜΜΕ τείνουν να εκμηδενίζουν τη σημασία των αντίμετρων που αρχίζουν να επιτυγχάνονται στη διαπραγμάτευση.
Αυτό έχει να κάνει κυρίως με όσα αντίμετρα αφορούν την κοινωνική πολιτική, τα αναπτυξιακά μέτρα και τις ενεργές πολιτικές στήριξης της απασχόλησης, που δεν μεταφράζονται εύκολα σε μετρήσιμο όφελος στην τσέπη των πολιτών. Φαίνεται δε ότι, σε κάποιο βαθμό, την αξία τέτοιων μέτρων δεν αντιλαμβάνονται και ορισμένοι βουλευτές και στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ.
Γι’ αυτό και την Παρασκευή στη Βουλή ο πρωθυπουργός υπερασπίστηκε τα αντίμετρα με έντονο τρόπο, με αφορμή την απαξιωτική τοποθέτηση του Βασίλη Λεβέντη. Στο ίδιο μήκος κύματος, ο Ευκλείδης Τσακαλώτος επισήμανε, μιλώντας σε κυβερνητική σύσκεψη, σύμφωνα με πηγές της “Α”, ότι απέχει πολύ από την αριστερή ιδεολογία η αντίληψη υπέρ τού να επικρατήσει η επιδοματική λογική σε μια κοινωνική ομάδα αντί να ενισχύονται τα συλλογικά εργαλεία άσκησης κοινωνικής και αναπτυξιακής πολιτικής. Επιπλέον, υπογράμμισε τη σημασία τού να κερδηθεί η μάχη που θα δοθεί στην κοινωνία και να αναγνωριστεί η αξία της αύξησης των κοινωνικών δαπανών και των συλλογικών υπηρεσιών, όπως για παράδειγμα η αντιμετώπιση της παιδικής φτώχειας.
Πηγή: https://left.gr