5 Ιαν 2016

Ασφαλιστικό: Ποιοι πληρώνουν το μάρμαρο

Ολες οι προτεινόμενες ανατροπές σε κύριες, επικουρικές και εφάπαξ. Τι αλλάζει στον τρόπο υπολογισμού, πόσο μειώνονται οι νέες συντάξεις και πως επηρεάζονται οι ήδη καταβαλλόμενες. Επιμένει σε αύξηση εισφορών η κυβέρνηση. Αναλυτικά παραδείγματα για τα νέα δεδομένα. 
Ρούλα Σαλούρου 
«Μεταχρονολογημένες» μειώσεις ακόμη και στις ήδη καταβαλλόμενες συντάξεις και σημαντικές περικοπές στις νέες, κυρίως αυτών που έχουν υψηλά εισοδήματα και πολλά έτη ασφάλισης, προβλέπει το σχέδιο νόμου της κυβέρνησης.
Η κυβέρνηση επιμένει στην αύξηση των εισφορών για την επικούριση, παρά τις έντονες αντιδράσεις των θεσμών, κυρίως του ΔΝΤ, ενώ προβλέπει σαρωτικές αλλαγές ....
στο ύψος και τον τρόπο υπολογισμού των εισφορών για αγρότες, ελεύθερους επαγγελματίες και αυτοτελώς απασχολούμενους.
Τα ταμεία μετατρέπονται σε διευθύνσεις του ΙΚΑ, το οποίο με τη σειρά του μετατρέπεται σε υπερ-ταμείο μαμούθ. Οι ειδικοί εκτιμούν ότι για τους νέους συνταξιούχους, οι μειώσεις μεσοσταθμικά, για μεσαία εισοδήματα της τάξης των 750 με 800 ευρώ θα ανέλθουν στο 15%, ενώ για υψηλά εισοδήματα άνω των 2.000 ευρώ, οι μειώσεις θα φθάσουν και στο 30%.
Το υπουργείο με τη σειρά του επιμένει ότι ειδικά στα χαμηλά εισοδήματα, μπορεί να υπάρξουν και μικρές αυξήσεις εισφορών. Παραδέχεται βέβαια, ότι με το σχέδιο επιτυγχάνεται μείωση της συνταξιοδοτικής δαπάνης έως το 2060.
Το σχέδιο της κυβέρνησης για το ασφαλιστικό, που απεστάλη χθες, επίσημα, στους εκπροσώπους των θεσμών και παρουσιάστηκε από τον υπουργό Εργασίας Γιώργο Κατρούγκαλο στον πρόεδρο της Δημοκρατίας Πρ. Παυλόπουλο και τους αρχηγούς των κομμάτων της αντιπολίτευσης περιλαμβάνει σαρωτικές αλλαγές στη δομή του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης, προβλέπει αύξηση των εισφορών κατά 1 μονάδα για τους εργοδότες και 0,5 για τους εργαζόμενους, καταργεί τα ταμεία κύριας ασφάλισης και συστήνει ένα υπερ-ταμείο μαμούθ, τον «Ενιαίο Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης», με τρεις αυτοτελείς κλάδους (κύριας ασφάλισης, εφάπαξ και λοιπών παροχών).

Τα εφάπαξ και οι επικουρικές

Μειώσεις προβλέπονται για τα εφάπαξ κατά περίπου 10%, ενώ και για τις νέες επικουρικές συντάξεις το ποσοστό αναπλήρωσης πέφτει, για 40 έτη ασφάλισης στο 18%, όταν σήμερα κάποιος μπορούσε να λάβει επικουρική σύνταξη ακόμη και 40% - 50% της κύριας σύνταξής του, για 35 έτη ασφάλισης. Παράλληλα, με το σχέδιο νόμου προκύπτει σοβαρό ζήτημα για τις αναπηρικές συντάξεις, καθώς όσον αφορά την εθνική σύνταξη, αυτή θα δίνεται ολόκληρη μόνο στην περίπτωση αναπηρίας άνω του 80%. Για μικρότερα ποσοστά θα δίνεται το 70% ή και το 50%.

Η προσωπική διαφορά

Στο σχέδιο που, σύμφωνα με πληροφορίες από ανώτατη πηγή του υπουργείου Εργασίας θα, κατατεθεί στη Βουλή στις 20 Ιανουαρίου, εκτός από το νέο υπολογισμό των συντάξεων και τους συντελεστές αναπλήρωσης που οδηγούν σε μειώσεις της τάξης του 15% για τους μελλοντικούς δικαιούχους, υποκρύπτονται ουσιαστικά περικοπές και για τις ήδη καταβαλλόμενες συντάξεις.
Συγκεκριμένα, αναφέρεται πως στο πλαίσιο του επανυπολογισμού των συντάξεων εφόσον το ποσό που καταβάλλεται είναι μεγαλύτερο από αυτό που θα προκύψει, μετά το πέρας του προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής, ήτοι τον Ιούλιο του 2018, θα ξεκινήσουν οι μειώσεις, μέχρι την τελική αντιστοίχιση με τις συντάξεις όσων θα συνταξιοδοτηθούν μετά την έναρξη ισχύος του νέου νόμου. Σύμφωνα πάντως με τα όσα υποστηρίζει ο Γιώργος Κατρούγκαλος η προσαρμογή αυτή δεν θα γίνει με τη μείωση των αποδοχών των υφιστάμενων σήμερα συνταξιούχων αλλά με το πάγωμα των μισθολογικών αυξήσεων έως ότου η «προσωπική διαφορά» εκμηδενιστεί από τις αυξήσεις που θα λαμβάνουν οι «νέοι» συνταξιούχοι, αλλά δεν θα εισπράττουν οι «παλαιοί». Εξέλιξη που πάντως στην πράξη σηματοδοτεί μείωση των απολαβών.

Τι αλλάζει στις παροχές

Δομικές αλλαγές που οδηγούν, όπως ο ίδιος ο υπουργός Εργασίας Γιώργος Κατρούγκαλος παραδέχθηκε, σε μείωση της συνταξιοδοτικής δαπάνης έως το 2060 και κατ’ επέκταση σε μείωση των νέων συντάξεων, μεσοσταθμικά κατά 15% προβλέπει το σχέδιο νόμου.
Για 40 χρόνια ασφάλισης, το ποσοστό αναπλήρωσης της ανταποδοτικής και της Εθνικής Σύνταξης προσεγγίζει το 60% του συντάξιμου μισθού, όταν με τα σημερινά δεδομένα αγγίζει ή και σε ορισμένες περιπτώσεις ξεπερνά το 75%.
Η κυβέρνηση επιλέγει να “προστατέψει” τους χαμηλόμισθους και τους ασφαλισμένους με λίγα έτη ασφάλισης, έναντι των καλύτερα αμοιβόμενων εργαζόμενων, που εκ των πραγμάτων εισφέρουν και περισσότερα στο σύστημα κοινωνικής ασφάλισης. Αυτή η ιδιότυπη αναδιανομή που επιδιώκεται μέσω του ασφαλιστικού αναμένεται να προκαλέσει έντονες αντιδράσεις τόσο στο εσωτερικό, όσο και στο εξωτερικό, καθώς οι δανειστές ζητούν μεγαλύτερη διασύνδεση εισφορών - παροχών, με στόχο να εξαλειφθούν τα κίνητρα για μαύρη, ανασφάλιστη εργασία.
Στον αντίποδα, το προτεινόμενο σχέδιο, δημιουργεί αντικίνητρα ασφάλισης, καθώς όσα περισσότερα έτη ασφάλισης και κατά συνέπεια υψηλότερο μέσο εισόδημα έχει κανείς, τόσο μικρότερη σύνταξη θα λάβει (σε σχέση πάντα με αυτά που έχει πληρώσει).
Ο νέος τρόπος υπολογισμού των συντάξεων βασίζεται στις εισφορές ολόκληρου του ασφαλιστικού βίου, ενώ προβλέπονται διαφορετικοί συντελεστές υπολογισμού της τελικής παροχής. Μάλιστα, οι συντελεστές διαφοροποιούνται από χρονική περίοδο σε χρονική περίοδο, με αποτέλεσμα να «πριμοδοτούνται» αυτοί με τα λιγότερα έτη ασφάλισης.
Για τον υπολογισμό των συντάξιμων αποδοχών, λαμβάνονται υπόψη οι αποδοχές του ασφαλισμένου για κάθε ημερολογιακό έτος, πλην του τελευταίου έτους, προσαυξημένες κατά την ετήσια μεταβολή μισθών, όπως προκύπτει από τα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής.
Σύμφωνα με ειδικούς, μεγάλοι χαμένοι θα αποδειχθούν οι εργαζόμενοι για πολλά έτη, με υψηλές αποδοχές, πάνω από 2.000 ευρώ, καθώς θα δουν τη σύνταξή τους μειωμένη κατά 30% σε σχέση με αυτή που θα έπαιρναν αν εφαρμοζόταν το διπλό σύστημα υπολογισμού που προβλέπει ο νόμος Λοβέρου - Κουτρουμάνη (3863/2010).

Παραδείγματα

Είναι χαρακτηριστικό ότι, με το παλαιό σύστημα και 35 έτη ασφάλισης, εργαζόμενος που το μέσο μηνιαίο εισόδημά του καθ’ όλη τη διάρκεια της ασφαλιστικής του διαδρομής ανέρχεται σε 800 ευρώ, θα έπαιρνε σύνταξη 781,5 ευρώ, ενώ με το προτεινόμενο η σύνταξη θα πέσει στα 699,3 ευρώ.
Αν ο ασφαλισμένος του παραδείγματος είχε μέσο μηνιαίο εισόδημα 2.000 ευρώ, με το παλαιό σύστημα θα έπαιρνε σύνταξη 1.381 ευρώ, ενώ με το νέο 1.168 ευρώ.
Με 20ετία και 1.000 ευρώ μέσο εισόδημα, με τον παλαιό τρόπο η σύνταξη ανέρχεται σε 769,5 ευρώ, ενώ με το νέο πέφτει στα 679 ευρώ.
Αν το εισόδημα στην 25ετία φθάνει τα 1500 ευρώ, με τον παλαιό τρόπο η σύνταξη υπολογίζεται στα 836,6 ευρώ, ενώ με το νέο στα 762,5 ευρώ.
Αντίστοιχα, στην 30ετία, με μέσο εισόδημα 1400 ευρώ, η «παλαιά» σύνταξη θα ήταν 924,7 ευρώ, ενώ η «νέα» 796,8 ευρώ.
Στα 2.000 ευρώ με 30ετία, από 1.157,5 ευρώ η σύνταξη πέφτει στα 973,8 ευρώ.
Παράλληλα, προβλέπονται αυστηρότερα κριτήρια για χορήγηση ΕΚΑΣ, με αποτέλεσμα να το χάνουν εντός του 2016 περίπου 120.000 δικαιούχοι, Το επίδομα καταργείται σταδιακά έως τον Δεκέμβριο του 2019.

Οι επικουρικές

Σημαντικές είναι οι μειώσεις στις επικουρικές συντάξεις, με την εφαρμογή του «κανόνα βιωσιμότητας» που αντικαθιστά τη «ρήτρα μηδενικού ελλείμματος».
Για τους ασφαλισμένους του ΕΤΕΑ από το 2014 και μετά, η σύνταξη θα διαμορφώνεται σύμφωνα με τα δημογραφικά δεδομένα, ένα πλασματικό ποσοστό επιστροφής που θα εφαρμόζεται στις συνολικά καταβληθείσες εισφορές και το οποίο θα προκύπτει από την ποσοστιαία μεταβολή των συντάξιμων αποδοχών των ασφαλισμένων.
Για τους ασφαλισμένους μέχρι 31/12/2013, το ποσό της επικουρικής σύνταξης θα αποτελείται από το άθροισμα των τμημάτων
Α) το τμήμα της σύνταξης που αντιστοιχεί στο χρόνο ασφάλισής τους έως 31/12/2014 υπολογίζεται με βάση ποσοστό αναπλήρωσης, το οποίο για κάθε χρόνο ασφάλισης αντιστοιχεί σε 0.45% υπολογιζόμενου επί των συντάξιμων αποδοχών εκάστου ασφαλισμένου, όπως αυτές υπολογίζονται και για την έκδοση της κύριας σύνταξης
Β) το τμήμα της σύνταξης που αντιστοιχεί στο χρόνο ασφάλισής τους από 1/1/2015 και εφεξής υπολογίζεται σύμφωνα με τα ισχύοντα για τους ασφαλισμένους από το 2014 και μετά.
Ειδικοί εκτιμούν ότι η επικουρική σύνταξη, θα ανέρχεται πλέον, με 40 έτη ασφάλισης, στο 18% της κύριας σύνταξης, η οποία θα είναι επίσης μειωμένη.
Σήμερα, σε αρκετές περιπτώσεις, για 35 έτη ασφάλισης, το ποσοστό αναπλήρωσης ανέρχεται έως και στο 40%-50%, ενώ σίγουρα φθάνει το 20%. Και στην περίπτωση των ήδη καταβαλλόμενων επικουρικών, αφήνεται ανοικτό το ενδεχόμενο μείωσης, μετά το 2018. Τέλος, σημαντικές είναι και οι μειώσεις στα εφάπαξ, κοντά στο 10%.

Οι μειωμένες και οι αναπηρικές συντάξεις

Το σχέδιο νόμου προβλέπει πέναλτι και για το ποσό της εθνικής σύνταξης, η οποία μειώνεται αναλογικά στις περιπτώσεις θεμελίωσης συνταξιοδοτικού δικαιώματος με μειωμένη σύνταξη λόγω γήρατος ή λόγω αναπηρίας.
Από τις σημαντικές μειώσεις πάντως (που σύμφωνα με το υπουργείο αφορούν μόνο τους υψηλόμισθους καθώς εκτιμούν στην οδό Σταδίου ότι στην περίπτωση χαμηλών εισοδημάτων ενδέχεται να υπάρξουν και μικρές αυξήσεις) φαίνεται πως «γλυτώνουν» κατά ένα μέρος, όσοι συνταξιοδοτηθούν έως το 2018.
Συγκεκριμένα, το σχέδιο Κατρούγκαλου προβλέπεται ότι όλες οι εκκρεμείς αιτήσεις συνταξιοδότησης δεν θα υπολογιστούν με βάση τις εγκυκλίους που εκδόθηκαν με την υπόδειξη των δανειστών εντός του 2015, αλλά με βάση τα όσα ίσχυαν έως τις 31/12/2014.
Για τις αιτήσεις που θα κατατεθούν εντός του 2016, σε περίπτωση κατά την οποία το ποσό της εκδιδομένης σύνταξης υπολείπεται του ποσού της σύνταξης που θα εκδιδόταν με το προηγούμενο καθεστώς κατά ποσοστό άνω του 20%, το ήμισυ της διαφοράς θα καταβληθεί στον δικαιούχο ως «προσωπική διαφορά». Επί αιτήσεων που θα κατατεθούν εντός του 2017 συνεχίζει να καταβάλλεται στον δικαιούχο ως προσωπική διαφορά το ένα τρίτο της διαφοράς, και επί αιτήσεων που θα κατατεθούν εντός του 2018 το ένα τέταρτο (1/4) της διαφοράς.
Η ειδική προσαύξηση του Τομέα Σύνταξης Μηχανικών και Εργοληπτών Δημοσίων Έργων καταργείται. Ο χρόνος ασφάλισης που έχει πραγματοποιηθεί στον καταργηθέντα ειδικό λογαριασμό πρόσθετων παροχών θεωρείται ως χρόνος που έχει διανυθεί στην ασφάλιση της ειδικής προσαύξησης. Οι ασφαλισμένοι που έχουν καταβάλει εισφορές αποκτούν δικαίωμα προσαύξησης της σύνταξης.
Αντίστοιχα καταργείται και ο κλάδος μονοσυνταξιούχων το ΤΣΑΥ. Οι ασφαλισμένοι που έχουν υπαχθεί προαιρετικά στον κλάδο αυτό, αποκτούν επίσης δικαίωμα προσαύξησης της μελλοντικής τους σύνταξης.

Το ΙΚΑ μετατρέπεται σε υπερ φορέα

Η... μετεξέλιξη του ΙΚΑ θα ονομάζεται Εθνικός Φορέας Κοινωνικής Ασφάλισης (ΕΦΚΑ) και θα ενταχθούν σε αυτό, σταδιακά από την 1/1/2016 όλοι οι υφιστάμενοι φορείς κύριας κοινωνικής ασφάλισης (ΟΑΕΕ, ΕΤΑΑ, ΕΤΑΠ –ΜΜΕ, ΟΓΑ, ΝΑΤ). Εξαιρούνται μόνο οι διευθύνσεις του ΝΑΤ και του ΟΓΑ για την άσκηση των μη ασφαλιστικών τους αρμοδιοτήτων. Όλα τα περιουσιακά στοιχεία και έσοδα πλέον θα οδηγούνται στον κουμπαρά του νέου φορέα. Για το λόγο αυτό θεσπίζονται μία Ανώνυμη Εταιρία Διαχείρισης της Ακίνητης Περιουσίας Ασφαλιστικών Οργανισμών και μία Εταιρεία Διαχείρισης Αμοιβαίων Κεφαλαίων Διευρυμένου Σκοπού Ασφαλιστικών Οργανισμών.
Στον ΕΦΚΑ θα λειτουργεί ειδική διεύθυνση συγκέντρωσης των οφειλών και προώθησης της διαδικασίας είσπραξης ή κατάσχεσης.
Το νέο υπερ – ταμείο κύριας ασφάλισης, που θα εμπεριέχει ως ξεχωριστές διευθύνσεις και τους τομείς παροχής εφάπαξ, θα ισχύουν κοινοί κανόνες υπολογισμού των συντάξεων, εφεξής.

Αύξηση εισφορών για αγρότες και ελεύθερους επαγγελματίες

Το σχέδιο προβλέπει σημαντικές επιβαρύνσεις σε εκατοντάδες χιλιάδες αγρότες, ελεύθερους επαγγελματίες και αυτοτελώς απασχολούμενων.
Αιχμή της κυβερνητικής πρότασης εξακολουθεί να είναι η αύξηση των εισφορών, παρ’ ότι οι δανειστές έχουν εκφράσει τις έντονες διαφωνίες τους για το θέμα.
Στο σχέδιο δεν περιλαμβάνεται αύξηση των εισφορών για την κύρια ασφάλιση. Αυτές παραμένουν στο 20%, επί των πάσης φύσεως αποδοχών των εργαζομένων και κατανέμεται κατά 6,67% σε βάρος των ασφαλισμένων και κατά 13,33% σε βάρος των εργοδοτών.
Το ανώτατο όριο ασφαλιστέων αποδοχών για τον υπολογισμό της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς των μισθωτών και των εργοδοτών, ορίζεται στο δεκαπλάσιο του ποσού που αντιστοιχεί στον εκάστοτε προβλεπόμενο κατώτατο βασικό μισθό άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών, ήτοι 5.860 ευρώ.
Για τις περιπτώσεις του ευρύτερου δημόσιου τομέα, των ΔΕΚΟ και των τραπεζών που υπάρχουν διαφορετικά ποσοστά ασφάλισης, προβλέπεται σταδιακή αναπροσαρμογή από 1/1/2017 και εφεξής.
Μεγάλοι χαμένοι θεωρούνται οι αγρότες, για τους οποίους προβλέπεται ανεξαρτήτως του χρόνου υπαγωγής στην κοινωνική ασφάλιση, από 1/1/2017 η καταβολή εισφοράς στον κλάδο κύριας σύνταξης επί του εισοδήματός τους, όπως αυτό καθορίζεται με βάση το καθαρό φορολογητέο εισόδημα από την ασκούμενη αγροτική δραστηριότητα κατά το προηγούμενο οικονομικό έτος.
Σταδιακά, έως το 2019 το συνολικό ποσοστό αυξάνεται από 7% σήμερα, σε 20%. Αναλυτικά, έως 31.12.2016 το ύψος του ποσοστού υπολογισμού ασφαλίστρου κλάδου σύνταξης αυξάνεται κατά 3 ποσοστιαίες μονάδες και διαμορφώνεται σε ποσοστό 10%. Κατά το έτος 2017 το ποσοστό επί του φορολογητέου εισοδήματος διαμορφώνεται σε 14%, από 1/1/2018 αυξάνεται σε 17% και από 1.1.2019 διαμορφώνεται στο τελικό 20%. Κατώτατο ασφαλιστέο εισόδημα για τους αγρότες, ορίζονται τα 468 ευρώ το μήνα.
Στην περίπτωση των ελεύθερων επαγγελματιών του ΕΤΑΑ και του ΟΑΕΕ, από 1/1/2017 προβλέπεται μηνιαία ασφαλιστική εισφορά για τον κλάδο σύνταξης, ύψους 20% επί του μηνιαίου εισοδήματός τους, όπως αυτό καθορίζεται είτε με βάση το καθαρό φορολογητέο αποτέλεσμα, από την ασκούμενη δραστηριότητά τους κατά το προηγούμενο φορολογικό έτος, είτε με βάση την καθαρή αξία των παρεχόμενων μηνιαίως ή σε άλλη τακτική χρονική βάση, υπηρεσιών του τρέχοντος έτους για το οποίο εκδίδονται δελτία παροχής υπηρεσιών, τιμολόγια ή αποδείξεις επαγγελματικής δαπάνης.
Σε καμία περίπτωση η μηνιαία ασφαλιστική εισφορά δεν είναι χαμηλότερη από το 20% του εκάστοτε προβλεπόμενου κατώτατου βασικού μισθού άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών, ήτοι 117 ευρώ.
Διατάξεις νόμου που προβλέπουν την καταβολή μειωμένων ασφαλιστικών εισφορών για τους ασφαλισμένους προερχόμενους από το ΕΤΑΑ, κατά την πρώτη πενταετία υπαγωγής στην ασφάλιση, καταργούνται από 1/1/2017.

Αύξηση εισφορών στην επικούριση

Το κυβερνητικό σχέδιο προβλέπει αύξηση των εισφορών στην επικούριση κατά 1,5 ποσοστιαίες μονάδες. Συγκεκριμένα, από 1/1/2016 και μέχρι την 31/12/2018, το ποσό της μηνιαίας εισφοράς στο Ενιαίο Ταμείο Επικουρικής Ασφάλισης (ΕΤΕΑ) όλων των μισθωτών, ασφαλισμένων πριν και μετά την 1/1/1993, υπολογίζεται σε ποσοστό 3,5% για τον ασφαλισμένο και σε ποσοστό 4% για τον εργοδότη. Μετά το πέρας της τριετίας, η μηνιαία εισφορά επανέρχεται στο ύψος που ίσχυε κατά την 31/12/2015. Στο υπουργείο Εργασίας εκτιμούν ότι μέσω της «λύσης» αυτής θα υπάρξει αύξηση εσόδων κατά περίπου 530 εκατ. ευρώ.

Πηγή: euro2day.gr