4 Ιαν 2016

Η βαριά ατζέντα του 2016

Με το «καλημέρα» της νέας χρονιάς ξεκινούν τα... βάσανα για την κυβέρνηση και τα εκατομμύρια των Ελλήνων, οι οποίοι περιμένουν τις αποφάσεις που θα ληφθούν μέσα στο πρώτο δίμηνο του έτους για να πληροφορηθούν ποια θα είναι η σύνταξη, ο μισθός και ....
το επίδομά τους, πώς θα διαχειρίζεται η τράπεζα το «κόκκινο» δάνειό τους αλλά και ποιοι θα είναι οι φόροι που θα πρέπει να πληρώσουν κατά τη διάρκεια του 2016.
Η σκληρή διαπραγμάτευση ουσιαστικά θα ξεκινήσει από την επόμενη εβδομάδα, μέσα στην οποία η ελληνική πλευρά θα πρέπει να αποστείλει στους επικεφαλής των τεσσάρων θεσμών τις αναλυτικές και πλήρως ποσοτικοποιημένες προτάσεις για το ασφαλιστικό. Θα ακολουθήσει η άφιξη του «κουαρτέτου» στην Αθήνα - πιθανότατα στις αρχές του δεύτερου δεκαπενθημέρου του Ιανουαρίου - και η αποσαφήνιση των τελευταίων λεπτομερειών της «ατζέντας» για την ολοκλήρωση της 1ης αξιολόγησης της ελληνικής οικονομίας.
Τα κεφάλαια της ατζέντας είναι γνωστά από τώρα:
♦ ασφαλιστικό,
♦  κατάθεση στη Βουλή του κανονισμού διαχείρισης των «κόκκινων» δανείων,
♦ παρουσίαση μεσοπρόθεσμου για την περίοδο 2016-2019
♦  και επανεξέταση των προβλέψεων που έχουν συμπεριληφθεί στον κρατικό προϋπολογισμό του 2016.
Εκτός από την ατζέντα, σαφώς προσδιορισμένο είναι και το χρονοδιάγραμμα: μέχρι το τέλος Φεβρουαρίου θα πρέπει να ψηφιστεί ένας ακόμη εφαρμοστικός νόμος για ασφαλιστικό και «κόκκινα» δάνεια ενώ στο συγκεκριμένο πολυνομοσχέδιο θα πρέπει να περάσουν και επώδυνες φορολογικές διατάξεις με αναδρομικό χαρακτήρα (αύξηση φόρου αγροτών, αύξηση φόρου ενοικίων κ.λπ.).
Το «έπαθλο» για την ελληνική κυβέρνηση, η εύθραυστη κοινοβουλευτική πλειοψηφία της οποίας θα δοκιμαστεί στη Βουλή, θα είναι ένα εισιτήριο για την επαναδιαπραγμάτευση του χρέους και... 5,7 δισ. ευρώ.

Επώδυνα και επικοινωνιακά
Πληροφορίες αναφέρουν ότι έχει συμφωνηθεί, με την επιτυχή ολοκλήρωση της 1ης αξιολόγησης της ελληνικής οικονομίας να εκταμιευτούν οι δύο δόσεις που, βάσει της δανειακής σύμβασης, θα έπρεπε να έχουν εκταμιευτεί τον Νοέμβριο και τον Δεκέμβριο του 2015 αντίστοιχα. Δεδομένου ότι από αυτά τα 5,7 δισ. ευρώ σημαντικό μέρος είναι προγραμματισμένο να διοχετευτεί για την αποπληρωμή ληξιπρόθεσμων οφειλών του Δημοσίου, η κυβέρνηση έχει ήδη φτιάξει την επικοινωνιακή της στρατηγική: ψηφίζουμε τα επώδυνα μέτρα διότι με αυτά ουσιαστικά ξεμπερδεύουμε με τα «σκληρά» του 3ου μνημονίου (πράγματι, τα υπόλοιπα προαπαιτούμενα μπορεί να ξεπερνούν τα 100 στον αριθμό μέχρι και τα μέσα του 2018, αλλά δεν είναι τόσο δύσκολα όσο αυτά που πρέπει να περάσουν μέσα στο πρώτο δίμηνο του 2016, με εξαίρεση ίσως τη φορολογική μεταρρύθμιση η οποία έμεινε εκτός πρώτης αξιολόγησης) και εξασφαλίζουμε ζεστό χρήμα για την πραγματική οικονομία είτε αποπληρώνοντας τα χρέη του Δημοσίου είτε μειώνοντας ακόμη περισσότερο τα ποσά που απαιτούνται για την εξυπηρέτηση του δημοσίου χρέους.
Αυτή η διαπραγμάτευση δεν θα είναι καθόλου εύκολη καθώς τα μέτρα που θα πρέπει να ληφθούν, θα επιβαρύνουν εκατοντάδες χιλιάδες νοικοκυριά όχι μόνο για το 2016, αλλά και για την επόμενη διετία. Μπορεί η κυβέρνηση να θέλει προς το παρόν να κρατήσει χαμηλά τους τόνους, ωστόσο γνωρίζει πολύ καλά ότι κινδυνεύει να υποχρεωθεί να λάβει έναν πακτωλό νέων μέτρων.
Είναι σοβαρό το ενδεχόμενο, λόγω ύφεσης, να ζητηθούν νέα μέτρα για να κλείσει ο προϋπολογισμός του 2016. Είναι δεδομένο ότι το μεσοπρόθεσμο θα πρέπει να περιλαμβάνει μέτρα που να αντιστοιχούν στο 1% του ΑΕΠ για την περίοδο 2017-2018 ενώ και στο ασφαλιστικό δεν είναι καθόλου σίγουρο ότι θα περάσει η ελληνική πρόταση για αύξηση των εργοδοτικών εισφορών προκειμένου οι κύριες συντάξεις να παραμείνουν στο ύψος τους (σ.σ.: το αντίθετο συμβαίνει καθώς ήδη παρασκηνιακά οι δανειστές έχουν διαμηνύσει ότι αυξήσεις ασφαλιστικών εισφορών και μειώσεις των χρημάτων που πρέπει να αποδίδουν τα ασφαλιστικά ταμεία στον ΕΟΠΥΥ δεν πρόκειται να περάσουν).

«Σταυρόλεξο»
Τα αγκάθια αυτής της διαπραγμάτευσης αναδεικνύονται μέσα από την ανάλυση της ατζέντας, η οποία έχει ως εξής:
1 Το μεγάλο «αγκάθι» στο ασφαλιστικό που κυριαρχεί στην ατζέντα της μεταρρύθμισης, είναι να προσδιοριστούν τα μέτρα που θα οδηγήσουν στη μείωση της συνταξιοδοτικής δαπάνης κατά 1% του ΑΕΠ. Με βάση τους υπολογισμούς της ελληνικής πλευράς, από τα μέτρα που έχουν ήδη επιβληθεί από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ (επιβολή εισφορών υπέρ υγείας στις κύριες και στις επικουρικές συντάξεις, μείωση των κατώτατων συντάξεων στα 392 ευρώ, κατάργηση των πρόωρων συνταξιοδοτήσεων και επιβολή ποινών σε όσους αποχωρούν πρόωρα από την αγορά εργασίας) έχει εξασφαλιστεί το 0,6% από το 1%. Πρακτικά, αυτό σημαίνει ότι υπολείπονται μέτρα περίπου 680 εκατ. ευρώ, ποσό στο οποίο θα πρέπει να προστεθεί και το «ισοδύναμο» από την εφαρμογή της ρήτρας μηδενικού ελλείμματος στις επικουρικές συντάξεις. Ουσιαστικά, πρέπει να εξοικονομηθεί ένα δισεκατομμύριο ευρώ. Και όχι μόνο αυτό. Στο ασφαλιστικό νομοσχέδιο που θα κατατεθεί, θα πρέπει να νομοθετηθεί ο επανυπολογισμός όλων των συντάξεων. Το Συμβούλιο της Επικρατείας έχει κρίνει παράνομες τις περικοπές που έγιναν στις συντάξεις μετά το 2012. Ουσιαστικά, πρόκειται για περικοπές 3-4 δισ. ευρώ, οι οποίες έπληξαν περισσότερο αυτούς που είχαν το τέλος του 2011 άθροισμα κύριας και επικουρικής σύνταξης άνω των 1.000 ευρώ. Έπληξαν επίσης το σύνολο του πληθυσμού των συνταξιούχων καθώς με τις περικοπές του 2012 και του 2013 καταργήθηκε η 13η και η 14η επικουρική σύνταξη αλλά και το υπόλοιπο των δώρων που είχε απομείνει (έως και 800 ευρώ) μετά το ψαλίδισμα που είχε γίνει από το 2010. Για να λυθεί το «σταυρόλεξο», δύο πράγματα θα πρέπει να συμβούν. Πρώτον να γίνει επανυπολογισμός και των 2,6 εκατομμυρίων συντάξεων που καταβάλλονται σήμερα. Θα θεσπιστεί μια κλίμακα με συντελεστές αναπλήρωσης, βάσει των οποίων θα υπολογιστούν εκ νέου όλες οι συντάξεις. Ουσιαστικά, με τον επανυπολογισμό θα περικοπούν όλες οι συντάξεις από το 1ο ευρώ. Επειδή όμως η κυβέρνηση θα θελήσει να προστατεύσει τους χαμηλοσυνταξιούχους, θα θεσπίσει τη λεγόμενη προσωπική διαφορά. Πώς θα λειτουργεί; Θα αποφασιστεί, για παράδειγμα, ότι δεν θα θιγούν οι συντάξεις κάτω από τα 800 ευρώ. Για όσους επομένως προκύψουν μειώσεις, ακόμη και αν η σύνταξή τους πέφτει κάτω από τα 800 ευρώ, θα δίδεται η λεγόμενη προσωπική διαφορά και η σύνταξη θα επανέρχεται στα 800 ευρώ. Η προσωπική διαφορά δεν θα υπάρχει για όσους έχουν καταφύγει πρόωρα στη σύνταξη, κάτι που σημαίνει ότι όσοι δεν έχουν συμπληρώσει το 67ο έτος της ηλικίας τους κινδυνεύουν με μειώσεις, ακόμη και αν εισπράττουν λιγότερα από 800 ευρώ τον μήνα. Αυτή η διαδικασία περικοπών ουσιαστικά αφορά την αντικατάσταση των περικοπών που έχουν ήδη γίνει. Το αν κάποιοι θα βγουν ευνοημένοι ή ζημιωμένοι σε σχέση με αυτά που εισπράττουν σήμερα, θα φανεί στην πράξη. Σε κάθε περίπτωση, οι μειώσεις θα πρέπει να θεωρούνται δεδομένες όσον αφορά τις επικουρικές συντάξεις. Όταν ο ίδιος ο υπουργός Επικρατείας μιλάει για περικοπές της τάξεως του 15%-20%, είναι σαφές ότι οι μειώσεις θα είναι πολύ μεγάλες. Ουσιαστικά, η ρήτρα μηδενικού ελλείμματος θα εφαρμοστεί και θα είναι προσαυξημένη δεδομένου ότι υπάρχει πλέον και το «κενό» του 2015. Το δεύτερο μεγάλο ζήτημα έχει να κάνει με τα μέτρα που θα πρέπει να ληφθούν για να εξασφαλιστεί η μείωση της συνταξιοδοτικής δαπάνης κατά περίπου 700 εκατ. ευρώ. Η κυβέρνηση θα προσέλθει την επόμενη εβδομάδα με πρόταση να αυξηθούν οι ασφαλιστικές εισφορές κατά μία ποσοστιαία μονάδα (αυτό θα φέρει περίπου 250 εκατ. ευρώ) αλλά και να επιβληθεί τέλος στις τραπεζικές συναλλαγές. Και οι δύο αυτές προτάσεις είναι αμφίβολο αν θα περάσουν. Θεωρείται δεδομένο ότι οι δανειστές θα επιμείνουν για περικοπή και στις κύριες συντάξεις. Όσον αφορά τις ενοποιήσεις των ταμείων, η πρόταση με την οποία αναμένεται να κατέβει η κυβέρνηση στη διαπραγμάτευση θα προβλέπει τελικώς τη σύσταση τριών ταμείων (ένα υπερ-Ταμείο υπό το ΙΚΑ, στο οποίο θα ενταχθούν ο ΟΑΕΕ, το ΕΤΑΠ-ΜΜΕ και το ΕΤΑΑ, ένα δεύτερο ταμείο που θα είναι ο ΟΓΑ και ένα τρίτο που θα είναι το ΝΑΤ) αλλά και τη διατήρηση των περισσότερων φόρων υπέρ τρίτων υπό τη μορφή όμως πόρων του ασφαλιστικού συστήματος και όχι της κάθε επαγγελματικής κατηγορίας ξεχωριστά. Επίσης, η κυβέρνηση θα επιμείνει στην κάλυψη των μέτρων χωρίς να απαιτείται περικοπή των κύριων συντάξεων.
2 Δεύτερο «αγκάθι» είναι η ολοκλήρωση του μεσοπρόθεσμου προγράμματος για την περίοδο 2016-2019. Στο πλαίσιο της διαπραγμάτευσης για το μεσοπρόθεσμο θα αντιμετωπιστεί και το όποιο «άνοιγμα» παρατηρηθεί στην εκτέλεση του προϋπολογισμού του 2016. Ανάλογα με την εξέλιξη του ΑΕΠ κατά το 4ο τρίμηνο του 2015, θα προκύψει το αν θα απαιτηθεί και πρόσθετο πακέτο μέτρων για να επιτευχθούν οι βασικοί δημοσιονομικοί στόχοι του 2015, με κυριότερο την εμφάνιση πρωτογενούς πλεονάσματος της τάξεως του 0,5%. Το βασικότερο ζήτημα που θα πρέπει να συμφωνηθεί με τους δανειστές στο πλαίσιο κατάρτισης του νέου μεσοπρόθεσμου, είναι ο προσδιορισμός μέτρων συνολικού ύψους 1,7 δισ. ευρώ (ή 1% του ΑΕΠ) που θα πρέπει να ληφθούν προκειμένου να κλείσει ο προϋπολογισμός του 2017 και του 2018 εντός των προσδιορισμένων στόχων (σ.σ.: για το 2017 πρέπει να προκύψει πρωτογενές πλεόνασμα 1,75% του ΑΕΠ και για το 2018 πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ). Αυτό το πακέτο μέτρων του μεσοπρόθεσμου θα πρέπει να είναι εμπροσθοβαρές,  δηλαδή  ο κύριος όγκος (1,2 δισ. ευρώ) θα πρέπει να αφορά μέτρα που θα υλοποιηθούν μέσα στο 2017.
3 Τρίτο και επίσης μεγάλο θέμα, δεδομένου  ότι αγγίζει εκατοντάδες χιλιάδες νοικοκυριά, είναι η ψήφιση του κανονισμού για το άνοιγμα της αγοράς όλων των κατηγοριών «κόκκινων» δανείων. Εκτός από την πώληση των επιχειρηματικών δανείων αλλά και των στεγαστικών που δεν αφορούν την απόκτηση κύριας κατοικίας, μέσα στον Φεβρουάριο θα πρέπει - σε συνεργασία και με την Τράπεζα της Ελλάδας - να αποσαφηνιστεί υπό ποιες προϋποθέσεις και όρους θα πωλούνται σε ιδιωτικά κεφάλαια τα «κόκκινα» καταναλωτικά δάνεια καθώς και τα «κόκκινα» δάνεια των μικρομεσαίων επιχειρήσεων. Στη διαπραγμάτευση θα μπουν και τα «κόκκινα» δάνεια απόκτησης πρώτης κατοικίας, ωστόσο η κυβέρνηση θα επιδιώξει να τα «προστατέψει» από τη διαδικασία της μεταβίβασης.
Εκτός πρώτης αξιολόγησης - προς ικανοποίηση της κυβέρνησης - φαίνεται να μένει το φορολογικό νομοσχέδιο, χωρίς ωστόσο να έχει αποσαφηνιστεί ακόμη αν θα περάσουν εμβόλιμα τρεις βασικές διατάξεις για την εκτέλεση του κρατικού προϋπολογισμού του 2016: η αύξηση του φόρου για τους αγρότες, για τα ενοίκια και η αύξηση του φόρου εισοδήματος προκειμένου να εξασφαλιστούν πρόσθετα έσοδα 150 εκατ. ευρώ, όπως προβλέπει ο προϋπολογισμός.

Πηγή: topontiki.gr